ὁπλοφόρων

ὁπλοφόρων
ὁπλοφόρος
bearing arms
masc/fem/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Αλή πασάς, Τεπελενλής — (1744 – 1822). Ηγεμόνας των Ιωαννίνων. Το 1640, ένας Μικρασιάτης οθωμανός ονόματι Χουσεΐν εγκαταστάθηκε στο Τεπελένι και δημιούργησε εκεί γενιά. Ο γιος του Μέτσιο Χούσιος άφησε γιους τον Μπεκίρ και τον Μουχτάρ. Ο γιος του πρώτου, Ισλιάμπεης,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”